Ποιος φοβάται την Αριστερά;

5/3/08

Οι εκλογές του περασμένου Σεπτεμβρίου κατέγραψαν την απαρχή της κρίσης του δικομματισμού, την σημαντική αύξηση των ποσοστών της αριστεράς και την είσοδο ενός λαϊκιστικού ακροδεξιού κόμματος στην Βουλή. Έκτοτε οι δημοσκοπήσεις καταγράφουν μία συνεχή πτώση των ποσοστών του ΠαΣοκ και της ΝΔ που φαίνεται να εισπράττεται δυσανάλογα από τα μικρότερα κόμματα, με κύριο αποδέκτη τον ΣυΡιζΑ που, δημοσκοπικά τουλάχιστον, ξεπερνά το 15%. Αυτή η θετική κατάσταση για τον ΣυΡιζΑ προκαλεί μεγάλη ευφορία στο εσωτερικό του και ανησυχία στο ΠαΣοΚ, που βλέπει την με ταχύ ρυθμό πτώση της απεύθυνσης του, και στο ΚΚΕ, που βλέπει αφενός ότι δεν μπορεί να εισπράξει την φθορά του δικομματισμού, αφετέρου ότι η τακτική του απομονωτισμού έναντι της υπόλοιπης Αριστεράς δεν πείθει ούτε τα ίδια τα μέλη του (πολύ περισσότερο τις επιρροές και τους ψηφοφόρους του).

Δεν θα αποπειραθώ να εξετάσω τα αίτια αυτής της πολιτικής κατάστασης γενικώς παρά μόνον σε ότι αφορά τον ΣυΡιζΑ που φαίνεται να επωφελείται περισσότερο από αυτή. Συγκεκριμένα, θα πρέπει να αναρωτηθούμε πάνω στο ποιες ήταν οι πολιτικές επιλογές που εξαγγέλθηκαν και υλοποιήθηκαν από αυτή τη συνιστώσα της Αριστεράς και που οδήγησαν στην σημερινή κατάσταση του πολιτικού σκηνικού. Ποια είναι τα γεγονότα που δημιούργησε, τα υλικά ίχνη που άφησε πίσω της. Νομίζω ότι το βασικό γεγονός που κατάφερε να προκαλέσει αυτή η συνιστώσα της αριστεράς είναι η ίδια η συγκρότησή της, η δημιουργία του ΣυΡιζΑ, η πραγματοποίηση του πόθου κάθε ενταγμένου και ανένταχτου αριστερού να ενωθεί σε έναν κοινό πολιτικό σχηματισμό. Η συγκρότηση του ΣυΡιζΑ βρίσκεται στην κατεύθυνση υλοποίησης του στόχου της αριστεράς να είναι ενωμένη μέσα στην διαφορετικότητα της. Να μπορεί να θέτει κοινούς στόχους για τους οποίους να αγωνίζεται και να αποδέχεται με εσωτερική δημοκρατία και πολιτική ειλικρίνεια τις διαφορετικές ιδεολογικές αφετηρίες, θεωρητικές αναλύσεις και, το σημαντικότερο, τις διαφορετικές πρακτικές. Η συγκρότηση ενός τέτοιου πολιτικού περιβάλλοντος είναι αναγκαία συνθήκη για να μπορέσει η αριστερά να αναλύσει και ενδεχομένως να ξεπεράσει τα αίτια της ιδεολογικής και θεωρητικής κρίσης της όπως αυτή αναδείχθηκε από όλες τις προσπάθειες οικοδόμησης του σοσιαλισμού, από όλες τις ιστορικές εμπειρίες της που εκφράζουν τόσο το μεγαλείο όσο και την πτώση της.
Όμως πέραν από την συγκρότηση του ΣυΡιζΑ τι; Με πιθανή εξαίρεση – και θα μου ήταν πολύ ευχάριστο να με απατά η μνήμη μου – την περίπτωση της κινητοποίησης για την παραλία του Ελληνικού, ο ΣυΡιζΑ το μόνο που έκανε είναι να προσπαθεί να αναδείξει κοινωνικά προβλήματα και να διαμεσολαβήσει στην κεντρική πολιτική σκηνή κοινωνικές συγκρούσεις. Τέτοια παραδείγματα πάμπολλα, οι κινητοποιήσεις για τους συμβασιούχους, το κίνημα της γενιάς του άρθρου 16, το πρόβλημα της μόλυνσης του Ασωπού, η κινητοποίηση των bloggers για τα καμμένα, με τελευταίο το κίνημα για το ασφαλιστικό. Όλα αυτά, μαζί με την επίκληση της νεολαίας και των προβλημάτων της, ανέδειξαν τον ΣυΡιζΑ σε κύρια αντιπολιτευτική δύναμη εντός του κοινοβουλίου. Ωστόσο, είναι αυτά πολιτικά γεγονότα που δημιούργησε η αριστερά και οι συγκροτήσεις της; Μάλλον όχι. Μήπως κατάφερε σε αυτές τις κοινωνικές κινήσεις η αριστερά να ηγεμονεύσει με τον εναλλακτικό πολιτικό λόγο και την πρακτική της; Κι εδώ η απάντηση είναι αρνητική.
Αυτό που καταφέρνει ο ΣυΡιζΑ είναι να εισπράττει την κοινωνική δυσαρέσκεια που προκύπτει από το νεοφιλελεύθερο μοντέλο ανάπτυξης. Ν.Δ και ΠΑΣΟΚ εφάρμοσαν μία νεοφιλελεύθερη πολιτική που τα αποτελέσματά της έχουν πλέον ορατές επιπτώσεις στο οικονομικό – και όχι μόνο – πεδίο των μαζών. Τα φτιασίδια της «μεταρρύθμισης» δεν φτάνουν για να κρύψουν το βαθιά αντιλαϊκό τους περιεχόμενο. Το πλαστικό χρήμα δεν μπορεί να εξισορροπήσει τις οικονομικές δυνατότητες του κόσμου, ενώ η κερδοφορία των τραπεζιτών ξεπερνάει το 50% κατ΄έτος. Και επιπλέον έχει χαθεί η έξωθεν καλή μαρτυρία του αδιάφθορου και σεμνού και ταπεινού σχηματισμού. Ο πήχυς της χρηστής διακυβέρνησης καταρρίφθηκε από τους κουμπάρους, τους Μαγγίνες, τους Τσιτουρίδηδες, τους Ζαχόπουλους, την κοροϊδία των συμβασιούχων, τις περίφημες συνεντεύξεις για προσλήψεις στο δημόσιο, την ανικανότητα – που πολλές φορές έγινε φανερό ότι ήταν πολιτική επιλογή διαπλεκομένων συμφερόντων – αντιμετώπισης φυσικών καταστροφών, την ανερυθρίαστη εκποίηση της δημόσιας περιουσίας που ξεκίνησαν οι μεν και συνεχίζουν επάξια οι δε, την αποδόμηση ουσιαστικά του κοινωνικού κράτους. Το ότι είναι ίδια λαμόγια και οι μεν και οι δε, γίνεται κοινός τόπος και από τους ίδιους τους ψηφοφόρους τους, παρά τις, στα όρια της γελοιότητας και υποτίμησης της νοημοσύνης των τηλεθεατών, προσπάθειες διάφορων γραφικών πλέον υπουργοποιήσιμων τηλεπαραθυράτων στελεχών τους.
Αν όμως ο ΣυΡιζΑ είναι απλώς αποδέκτης κοινωνικής δυσαρέσκειας, τότε τα πολιτικά χαρακτηριστικά του κόσμου που συγκροτεί το ρεύμα προς τον ΣυΡιζΑ δεν είναι άλλα από εκείνα που ο ίδιος ο κόσμος προβάλλει στον ΣυΡιζΑ με βάση τις πολιτικές του καταβολές. Έτσι, ένας αριστερός από το παρελθόν που ήταν επί χρόνια ανενεργός βλέπει στον ΣυΡιζΑ μία θετική απόπειρα για την αναγέννησης της Αριστεράς. Αντίστοιχα, ένας δυσαρεστημένος Πασόκος που δεν βολεύτηκε επαρκώς την περίοδο Σημίτη βλέπει την αναγέννηση του ΠαΣοκ της πρώτης περιόδου του Ανδρέα Παπανδρέου στην κατεύθυνση μίας μεταρρυθμιστικής πολιτικής διαχείρισης του συστήματος και ενός προνοιακού κράτους. Η νεολαία που μέχρι πρότινος απεχθάνονταν την πολιτική, εκφράζει τον ριζοσπαστισμό της που προκύπτει από το προβληματικό παρόν που αντιμετωπίζει και το αδιέξοδο μέλλον που της υπόσχονται, μαζί με λίγο “προοδευτικό life-style”.
Αυτό το ετερόκλητο μίγμα αποτελεί την δυναμική του ΣυΡιζΑ όπως καταγράφεται στις δημοσκοπήσεις και χτυπάει και την πόρτα των επιτροπών του. “Είναι ευκαταφρόνητο;”, θα μπορούσε να ρωτήσει κάποιος, “Θα ήθελες να μην υπήρχε ή να ήταν μικρότερο και με πιο αριστερή πολιτική συνείδηση;”. Στο πρώτο ερώτημα η απάντηση είναι αρνητική. Σε καμία περίπτωση η κίνηση των μαζών, οι πολιτικές μετατοπίσεις, η αναμπουμπούλα στο πολιτικό σκηνικό δεν είναι άξια καταφρόνιας, όποια κι αν είναι τα πολιτικά χαρακτηριστικά της. Πάντοτε για την αριστερά ήταν λαμπρό πεδίο δόξας. Έτσι, είμαι ιδιαιτέρως ευτυχής που η αριστερά καταφέρνει να έχει αυτή την πρωτόγνωρη μεταπολιτευτικά δυναμική. Είμαι ιδιαιτέρως ευτυχής που υπάρχει όλη αυτή η αναταραχή σε όλους τους πολιτικούς χώρους. Είμαι ιδιαιτέρως ευτυχής που αποσαθρώνονται οι δυνάμεις που αποτέλεσαν τους πολιτικούς έκφραστες του αστισμού στην Ελλάδα μεταπολιτευτικά. Από την άλλη το δεύτερο ερώτημα έτσι όπως τίθεται είναι ανόητο. Διότι, όπως επιχειρηματολόγησα παραπάνω το να ζητάει κανείς να μην υπήρχε κάτι το οποίο πολύ λίγο έχει προκαλέσει ή να ζητάει να είναι διαφορετικό χωρίς να έχει κάνει κάτι για να είναι διαφορετικό, δεν μπορεί να χαρακτηρισθεί διαφορετικά από ανοησία.
Έτσι, από τη μία βλέποντας με μεγάλη ικανοποίηση την δυναμική του ΣυΡιζΑ, και από την άλλη έχοντας την συγκεκριμένη εκτίμηση για τον χαρακτήρα αυτής της δυναμικής φτάνουμε, μπροστά στην επερχόμενη Πανελλαδική Συνάντηση, να συζητάμε την κατεύθυνση στην οποία θα πρέπει να πορευθεί ο ΣυΡιζΑ στην προσεχή περίοδο. Ένα βασικό ζητούμενο είναι η προάσπιση και η διεύρυνση της ενότητας του πολιτικού σχήματος. Η προάσπιση της ενότητας διασφαλίζεται με το να μη γίνονται “βίαιες και από τα πάνω” προσπάθειες επιβολής πολιτικής γραμμής και οργανωτικής συγκρότησης. Μέσα στον ΣυΡιζΑ λειτουργούν διαφορετικές οργανωμένες συνιστώσες, ενώ υπάρχουν και διαφορετικά πολιτικά κέντρα, όπως η γραμματεία, η κοινοβουλευτική ομάδα, και οι τοπικές επιτροπές. Επίσης, σε αρκετούς μαζικούς χώρους οι συνιστώσες δραστηριοποιούνται μέσα από διαφορετικά συνδικαλιστικά σχήματα και παρατάξεις, ενώ και οι ανένταχτοι αγωνιστές που μετέχουν στον ΣυΡιζΑ συμμετέχουν ταυτόχρονα και σε συνδικαλιστικές παρατάξεις και κινήσεις σε μαζικούς χώρους που δεν εντάσσονται οργανωτικά στο εγχείρημα του ΣυΡιζΑ ή κάποιας από τις συνιστώσες του. Είναι λογικό λοιπόν - αν λάβει κανείς υπόψη τους ηγεμονισμούς και την πολιτική ανωριμότητα μικρότερων ή μεγαλύτερων πολιτικών οργανώσεων και κομμάτων και τους παραγοντισμούς, τους εγωϊσμούς και τις ανιδιοτελείς, θέλω να πιστεύω, προσωπικές φιλοδοξίες των πολιτικών προσωπικοτήτων - να είναι δύσκολο το όλο εγχείρημα να συντονίσει τον βηματισμό του και να έχει ενιαία έκφραση.
Αυτό δεν μπορεί να κατοχυρωθεί από την μία μέρα στην άλλη ούτε και να επιβληθεί με οργανωτικές πλατφόρμες και κάρτες μέλους. Η προάσπιση της ενότητας κατοχυρώνεται με το να μην βιάζονται τα πράγματα και να μην παίρνονται αποφάσεις που είναι δύσκολο, ως και αδύνατο, να υλοποιηθούν, ενώ αντίθετα είναι δυνατόν να προκαλέσουν ρήξεις ανάμεσα στις συνιστώσες και στα διαφορετικά πολιτικά κέντρα. Έτσι, σήμερα θα πρέπει κανείς να αποδεχτεί ότι ο ΣυΡιζΑ αποτελεί μία πολλαπλότητα στην οποία μπορεί να παίρνονται διαφορετικές αποφάσεις να γίνονται διαφορετικές κινήσεις μέχρι και να λαμβάνουν χώρα διαφορετικές πρακτικές. Είναι βέβαια αναμφίβολο ότι αυτή η κατάσταση ευνοεί την ανισοτιμία ανάμεσα στις πολιτικές συνιστώσες, ισχυροποιεί τους πολιτικούς μηχανισμούς έναντι των ανένταχτων αριστερών και αφήνει ανεξέλεγκτο τον παραγοντισμό, ιδιαίτερα όταν αυτός σιγοντάρεται από τα Μ.Μ.Ε. Ωστόσο, αυτή είναι μόνο η αρνητική όψη. Υπάρχει και η θετική όψη που αφορά τις δυνατοτήτες που ανοίγονται για μία ποικιλία πολιτικών πρακτικών που δεν απαιτούν την συμφωνία κανενός άλλου πέραν αυτών που τις πράττουν. Και αν δεχτούμε ότι το βασικό πρόβλημα της αριστεράς στην εποχή μας δεν είναι τα ποσοστά της, αλλά η κρίση παραγωγής πολιτικών πρακτικών που να ξεφεύγουν από τον στείρο οικονομισμό, την υπεράσπιση δικαιωμάτων και την αγωνιστική πλειοδοσία και να αφορούν την ίδια την στρατηγική στόχευση της ανατροπής του καπιταλισμού και της σοσιαλιστικής οικοδόμησης, τότε η δυνατότητα της αριστεράς να συμπορεύεται να διαλέγεται και να πειραματίζεται σαν σύνολο όπου είναι δυνατόν αλλά και χωριστά όπου αυτό απαιτείται αποτελεί προϋπόθεση για την αναγέννηση της.
Η διεύρυνση της ενότητας αφορά τις δυνάμεις της αριστεράς και της οικολογίας που βρίσκονται εκτός του ΣυΡιζΑ. Δεν θα πρέπει κανείς να ξεχνάει αφενός ότι από την δεκαετία του ’70 και δώθε η πιο μαζική και ριζοσπαστική κριτική στην ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων στον κόσμο προήλθε από τον χώρο της οικολογίας, αφετέρου ότι ο οικολογικός χώρος εγκολπώθηκε ιδέες περί εναλλακτικότητας που οδηγούν σε πολύ σημαντικές εμπειρίες για οποιαδήποτε κοινωνική αλλαγή. Γι αυτό ο χώρος της πολιτικής οικολογίας έχει να προσφέρει πολλά στο εγχείρημα ανασυγκρότησης της αριστεράς και δεν θα πρέπει να αφεθεί έρμαιο στην τηλε-προπαγάνδα του ΣΚΑΙ και στις “οικολογικές ευαισθησίες” των διαφόρων ελλήνων και ξένων Αλ Γκορ. Τέλος, θα πρέπει να γίνει απ’ όλους κατανοητό ότι ενότητα της αριστεράς χωρίς το ΚΚΕ δεν γίνεται ή για να το στρογγυλέψω λίγο, μια τέτοια ενότητα είναι λιψή. Η απεύθυνση του ΣυΡιζΑ στο ΚΚΕ αλλά και στις υπόλοιπες δυνάμεις της αριστεράς θα πρέπει να είναι απεύθυνση σε “συντρόφους που κάνουν λάθος” και όχι μία επιθετική τακτική σε αντίπαλες δυνάμεις που στοχεύουμε στον κόσμο τους. Γιατί πριν από κάμποσα χρόνια, και δεν είναι πολλά, όση απόσταση ορισμένοι νομίζουν σήμερα ότι χωρίζει τον ΣυΡιζΑ από το ΚΚΕ και τις υπόλοιπες δυνάμεις της αριστεράς, τόση ήταν η απόσταση που χώριζε και τις συνιστώσες του ΣυΡιζΑ μεταξύ τους.
Σε σχέση λοιπόν με το ερώτημα του τίτλου: Ποιος λοιπόν φοβάται την αριστερά; Η απάντηση είναι “ ακόμα κανείς από εκείνους που θα έπρεπε ...”.


Βαλάντης Στεργίου

Print this post
 

Free Blog Counter